Πέμπτη 24 Ιανουαρίου 2013

Μεταρρυθμισμός και Οικολογία


του Μάριο Τριφουότζι

Δεν θα είχε άδικο όποιος θα υποστήριζε ότι το οικολογικό ζήτημα, που αποτελεί κεντρικό θέμα από την δεκαετία του ’70, χρησιμοποιείται συχνά και καταχρηστικά για να «πρασινίσει» τις επαναστατικές προσδοκίες των αντικαπιταλιστών. Η μαξιμαλιστική προσέγγιση - της θυσίας του «καλού» στο όνομα του «εξαιρετικού» - πρέπει να αποφεύγεται σε αυτές τις περιπτώσεις για να μην επαναληφθούν λάθη του παρελθόντος και για να μην χάσει ο διάλογος την αναγκαία του σοβαρότητα. Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι προκύπτει απαραίτητη μία μεταρρυθμιστική προσέγγιση στο πρόβλημα, είναι αναγκαία μία σύντομη ανάλυση της σοβαρότητας των αλλαγών που θα προκαλέσει στο μέλλον μία παρόμοια πρόκληση.

Οι επιτυχίες του σοσιαλδημοκρατικού αιώνα, που περιέγραψε ο Ντάρεντορφ, με τους μεταρρυθμιστές σε πρώτο πλάνο στην προαγωγή της κοινωνικής προόδου μέσω της καπιταλιστικής οικονομικής ανάπτυξης, οφείλουν να ενταχθούν στο πλαίσιο μιας ιστορικής φάσης διακριτής από εκείνη της δυτικής ανάπτυξης που ακολούθησε αιώνες ουσιαστικής οικονομικής ισορροπίας από την οποία ο πολιτισμός δεν είχε κατορθώσει να χειραφετηθεί. Η ανάπτυξη που διέκρινε την νεωτερικότητα, εξηγεί ο γάλλος οικονομολόγος Ζαν Φουραστιέ, συνιστά την φάση της μετάβασης από την παραδοσιακή κοινωνία σε εκείνη της τεχνολογίας: η βιομηχανική επανάσταση αντέστρεψε την σχέση δύναμης μεταξύ ανθρώπου και φύσης υποτάσσοντας την τελευταία στους κύκλους της ανθρώπινης δραστηριότητας για πρώτη φορά στην ιστορία. Ετσι, πιστέψαμε σταθερά ότι η ανάπτυξη δεν αποτελούσε παρά φυσική συνθήκη έως ότου η υποβάθμιση του περιβάλλοντος και η κλιματική αλλαγή έδειξαν ότι και η οικονομία, όπως κάθε άλλη ανθρώπινη δραστηριότητα, ενεργεί στο πλαίσιο του πλανητικού οικοσυστήματος και, κατά συνέπεια, υπόκειται στους νόμους της φυσικής και της βιολογίας. Οι νόμοι της φυσικής και της βιολογίας μας προειδοποιούν ότι εκμεταλλευόμαστε τον πλανήτη περισσότερο από το 150% των βιοπαραγωγικών δυνατοτήτων του. Με λίγα λόγια, καταναλώνουμε τους φυσικούς πόρους που τροφοδοτούν την παγκόσμια οικονομία με ένα ρυθμό πολύ μεγαλύτερο από εκείνο με τον οποίο ανανεώνονται. Η υπέρβαση των φυσικών ορίων της ανάπτυξης, όπως τεκμηριώθηκαν το 1972 από την ομώνυμη έκθεση του Κλαμπ της Ρώμης, έχει δύο κατηγορίες καταστροφικών συνεπειών: υπερμεγενθύνει την φούσκα μιας μυωπικής ανάπτυξης, που στηρίζεται σε πόρους που δανείζονται από τις μελλοντικές γενιές και μολύνει το περιβάλλον υποθηκεύοντας την οικοσυστημική ισορροπία και τις βιολογικές βάσεις της υγείας μας όπως στην περίπτωση της υπερθέρμανσης του πλανήτη και της δραματικής μείωσης της βιοποικιλότητας.


Όπως κατά την διάρκεια του σοσιαλδημοκρατικού αιώνα, απαιτείται σήμερα η προαγωγή ενός νέου, βιώσιμου, μοντέλου κοινωνικής προόδου μέσω της οικονομικής και τεχνολογικής ανάπτυξης. Μόνο ο προσανατολισμός της τεχνολογικής καινοτομίας σε αυτό τον στόχο, παράλληλα με την υιοθέτηση ενός άλλου στυλ ζωής, μπορεί να εγγυηθεί την συμπόρευση υλικής προόδου και προστασίας του περιβάλλοντος σαν εναλλακτική πρόταση σε μια επώδυνη οπισθοδρόμηση, εκούσια η ακούσια λόγω της βίαιας εξάντλησης των πόρων. Παρά ταύτα, από την στιγμή που η παγκοσμιοποίηση συνδράμει στην εξάλειψη των φυσικών ορίων της ανάπτυξης, όπως την ξέραμε, απαιτείται η επαναδιατύπωση των νοητικών κατηγοριών μας. Ο ανταγωνισμός και το κέρδος στάθηκαν οι κατευθυντήριες γραμμές του καπιταλισμού, που βάσισαν και ενθάρρυναν την οικονομική και τεχνολογική πρόοδο έως σήμερα. Δεν έχουν θέση όμως σε ένα πεπερασμένο κόσμο όπου η συνεργατικότητα και η κοινωνική υπευθυνότητα συνιστούν την μοναδική οδό η οποία επιτρέπει την διαχείριση των κοινών αγαθών έτσι όπως απαιτεί η εγγύηση της ελευθερίας και της ευημερίας του καθένα μας. Με λίγα λόγια, γίνεται αναγκαία η αποδοχή της ιδέας του τέλους της μετάβασης που προκάλεσε η βιομηχανική επανάσταση και της μετάβασης από την θεαματική εποχή της ανάπτυξης σε μια εποχή νέου είδους οικονομικής ισορροπίας.

Ο καπιταλισμός δεν αποτελεί παρά μια φάση της ιστορίας και τίποτα δεν αποκλείει την υπέρβαση του, ίσως προς όφελος ενός τύπου «στάσιμης οικονομίας» όπως εκείνου που είχαν υποθέσει ορισμένοι διάσημοι φιλελεύθεροι, δίχως πολλές επαναστατικές ορμές, όπως ο Τζον Στούαρτ Μιλ και ο Ζαν Φουραστιέ. Ο ανταγωνισμός και το κέρδος θα συνεχίσουν να υπάρχουν και να συνυπάρχουν καθόσον θεμέλια της ατομικής ελευθερίας και του πλουραλισμού της κοινωνίας. Μια γνήσια μεταρρυθμιστική οπτική, στην υπηρεσία αλλαγών πολύ πιο ριζοσπαστικών από αυτές που επαγγέλονται οι αυτοαποκαλούμενοι ριζοσπάστες και επαναστάτες, απαιτεί την απάλειψη των ανεξάρτητων μεταβλητών της ανάπτυξης μέσω της δημοκρατικής τους εξάρτησης από το δημόσιο συμφέρον. Χάριν του οικολογικού ζητήματος και όχι ιδεολογικών πεποιθήσεων.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στον ιστότοπο του ιταλικού Ιδρύματος «Νέννι», του σημαντικότερου του ιταλικού σοσιαλιστικού και σοσιαλδημοκρατικού χώρου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.